ΠΑΡ. 1. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει το χρόνο ασφάλισης που απαιτείται για τη συνταξιοδότησή του εξ ιδίου δικαιώματος ή ανικανότητας, δικαιούνται σύνταξη τα παρακάτω μέλη της οικογένειάς του:
Β.Τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετηθέντα και όσα εξομοιώνονται με αυτά, με την προϋπόθεση ότι:
α) Είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό τέταρτο (24ο) έτος της ηλικίας τους.
β) κατά τον χρόνο θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου (24ου) έτους της ηλικίας τους. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του εικοστού τέταρτου (24ου) έτους της ηλικίας.
ΠΑΡ. 4 Α, γ) Παιδί ορφανό και από τους δύο (2) γονείς δικαιούται το εκατό τοις εκατό (100%) της σύνταξης του θανόντος, εφόσον σωρευτικά:
(γα) πάσχει από νοητική υστέρηση ή αυτισμό ή από πολλαπλές βαριές αναπηρίες ή από χρόνιες ψυχικές διαταραχές που επιφέρουν μόνιμο ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω,
(γβ) οι ανωτέρω αναπηρίες έχουν επέλθει πριν τη συμπλήρωση του εικοστού τέταρτου (24ου) έτους της ηλικίας του τέκνου,
(γγ) δεν ασκεί υπακτέα στην ασφάλιση του e-ΕΦΚΑ απασχόληση, με εξαίρεση εκείνη του άρθρου 23 του ν. 4488/2017 (Α’ 137), περί απασχόλησης λόγω ψυχικών παθήσεων, και
(γδ) δεν λαμβάνει σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος. Αν το τέκνο με αναπηρία δικαιούται κύρια σύνταξη και από τον έτερο θανόντα γονέα, λαμβάνει το εκατό τοις εκατό (100%) της μεγαλύτερης σε ύψος σύνταξης και το πενήντα τοις εκατό (50%) της δεύτερης σύνταξης.
Κατεβάστε το συνημμένο έγγραφο εδώ:
PDF – Άρθρο 12 Νόμος 4387_2016
Κοινοποίηση του άρθρου